Κυριακή 20 Απριλίου 2008

Ευχές και φιλιά

Αγαπητοί μου διαδικτυακοί σύντροφοι,
από Δευτέρα 21/4 μέχρι και Τετάρτη 30/4 θα βρίσκομαι στην πατρίδα-ερωμένη Κρήτη
και συγκεκριμένα στις Μοίρες της Μεσαράς.
Ίσως μπαίνω από κάπου να σας βλέπω που και που, αλλά δεν παίρνω και όρκο μιας και θέλω να δω όλα μου τα φιλαράκια εκεί.
Το να δεις ένα φίλο στην Κρήτη δεν είναι κάτι απλό. Σημαίνει ότι από τη στιγμή που το συναντάς δεν μπορείς να φύγεις αν δεν πιεις καφέ, δεν στρώσει τραπέζι στο σπίτι του για να πιεις στην αρχή μια ρακί με αγκινάρες και μετά κρασί σπιτικό και φαγητό μέχρι τελικής πτώσεως. Μετά πίνεις πάλι ρακί με αγκινάρες και κιτρολέμονα με αλάτι και ξύδι για να χωνέψεις και να μπορέσεις να ξαναφάς κι όλα αυτά, βέβαια, ενώ παίζει η λύρα και τραγουδάς "πότε θα κάνει ξαστεριά" και "στ' άστρα θα πω τον πόνο μου". Φεύγοντας ο φίλος σου λέει ότι αυτό δεν ήταν τίποτα και αύριο σε περιμένει για το επίσημο καλωσόρισμα. Μετά σειρά έχουν οι υπόλοιποι φίλοι.
Την Κυριακή του Πάσχα θα βρίσκομαι στη μαγική αυλή στους Κισσούς. Οι Κισσοί είναι ένα χωριό στις πλαγιές του Ψηλορείτη. Την αυλή την λέω μαγική γιατί εκεί συμβαίνουν πράγματα μαγικά και παράξενα. Καταρχήν είναι όλοι χαμογελαστοί από το ξημέρωμα μέχρι τη νύχτα, το κρέας που τρως είναι ψημένο "αντικρυστά" γύρω γύρω από τη φωτιά, γι' αυτό λέγεται "αντικρυστό" και τέτοιο πράγμα δε ξανάφαγες, χορεύεις, τραγουδάς και γελάς κι όταν κατά τις έξι το απόγευμα δεν μπορείς να κουνηθείς, ούτε πια να πάρεις τα πόδια σου και δεν ξέρεις πως να συμμαζέψεις την κοιλιά σου από το πολύ φαγητό, τότε... είναι που ανοίγει ο πιθαρένιος ξυλόφουρνος. Ο φούρνος αυτός είναι στην ουσία ένα σπασμένο πιθάρι, το πρωί τον ανάβεις με ξύλα κι αφού κάψει καλά αφαιρείς τα ξύλα και χώνεις μέσα τα ταψιά με τα φαγητά, κλείνεις το καπάκι με λάσπη για μην παίρνει από πουθενά αέρα και το φαγητό ψήνεται με τη θερμότητα που υπάρχει ήδη αργάαα... αργάαα... γλυκάαα... γλυκάαα... Όταν λοιπόν ανοίξει ο φούρνος στις έξι και ήδη νομίζεις ότι τα έχεις δει όλα, τότε καταλαβαίνεις ότι δεν έχεις δει τίποτα, γιατί κάθεσαι πάλι και τρως και θέλεις κι άλλο.
Τις νύχτες μη νομίζετε ότι ησυχάζουμε (και μην πάει ο νους σας αλλού), γιατί είναι πολύ πιθανό να έρθουν κάποιοι να σου κάνουν καντάδα και μετά να ακολουθήσει αυτό που περιέγραψα πιο πάνω.
Σας εύχομαι, λοιπόν, να περάσετε καλά, να διασκεδάσετε, να έχετε υγεία, χιούμορ κι ένα πλατύ χαμόγελο (σαν αυτό της Ηλιάνθης) να στολίζει τα πρόσωπά σας.
Όταν με το καλό θα ξαναγυρίσω στην πατρίδα-επίσημη αγαπημένη Θεσσαλονίκη θα τα ξαναπούμε, δηλ. την 1η Μαίου (Ωχ! Πρωτομαγιά θα είναι... χλωμό το βλέπω κι αυτό).

(φωτογραφίες γ.χρηστινίδης)

Σάββατο 12 Απριλίου 2008

40 παλικάρια, 40 κύματα και 40 ερωτήσεις

Μετά από πρόσκληση της roadartist που εγώ αποκαλώ sweetartist γιατί, χωρίς να την έχω δει ποτέ, είμαι σίγουρος πως είναι πολύ γλυκιά, παίζω αυτό το παιχνίδι με τις 40 ερωτήσεις (με σκοπό προφανώς to know us better).

Μετά παραδίδω τη σκυτάλη (εάν θέλουν την παίρνουν, εάν δε θέλουν δεν την παίρνουν) στα φιλαράκια μου microsoult και spyros vlahos .

1) Όνομα: Γιώργος Χρηστινίδης.

2) Γενέθλια: 15 Απριλίου.

3) Ζώδιο: Κριός.

4) Χρώμα μαλλιών: Καστανά.

5) Χρώμα ματιών: Μελιά και σε κόντρα φως λαδιά.

6) Έχεις ερωτευτεί ποτέ;: Ναι.

7) Είδος μουσικής που ακούς: Ελληνικό έντεχνο, ροκ μπαλάντες, κλασσική και πολλά άλλα.

8) Χαρακτήρας Disney/Warner Bross: Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι.

9) Ποιος φίλος σου/φίλη σου μένει πιο μακριά;: ο Γιάννης στην Κρήτη.

10) Πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι μόλις ξυπνήσεις: Καφέ και τσιγάρο.

11) Κάτι που έχεις πάντα μαζί σου και δεν το αποχωρίζεσαι: Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα.

12) Τι έχεις στον τοίχο σου: Φωτογραφίες, πίνακες, ακουαρέλες, βενετσιάνικες μάσκες.

13) Τι έχεις κάτω απ' το κρεβάτι σου;: Μήπως ξέρω και γω. Χώνω διάφορα από κάτω. (Όταν ήμουν μικρός φοβόμουν να κοιτάξω κάτω από το κρεβάτι. Τώρα επίσης δεν κοιτάζω για άλλους λόγους.)

14) Αν ήσουν μόνος/η στο σπίτι και άκουγες ένα βάζο να σπάει τι θα έκανες;: Θα πήγαινα να δω γιατί έσπασε.

15) Αγαπημένος αριθμός: Δεν έχω, αλλά ας πω το 8.

16) Αγαπημένο όνομα: Αυτό που ακούνε αγαπημένα πρόσωπα.

17) Τα χόμπι σου: Θέατρο, κινηματογράφος, ζωγραφική (εικαστικά γενικώς), συγγραφή, να ενθουσιάζω μερικούς, να τη σπάω σε άλλους.

18) Που θα ήθελες να ήσουν τώρα;: Ντρέπομαι να σας πω.

19) Μια ευχή για το μέλλον: Υγεία και περισσότερο χιούμορ.

20) Αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο χρόνο και να γυρίσεις πίσω, σε ποια εποχή θα πήγαινες;: Στην Αθήνα του Περικλή.

21) Φωτιά! Πάρε κάτι μαζί σου: Λεφτά, κινητό, κλειδιά.

22) Αγαπημένο λουλούδι: Τριαντάφυλλα (ανεξαρτήτως χρώματος).

23) Αγαπημένη σειρά: Παλιά υπήρχε το "Παρασκήνιο" ή το "Μονόγραμμα".

24) Αγαπημένη ταινία: "Σινεμά Ο Παράδεισος"

25) Αγαπημένο τραγούδι: Είναι πολλά ας πω την "Μπαλάντα του Ούρι" και τον "Κεμάλ".

26) Αγαπημένο βιβλίο: Ε όχι δε θα πω ένα, γιατί είναι πολλά.

27) Αγαπημένο ζώο: Άλογο, σκύλος.

28) Αγαπημένο ρουχο: Άσπρα πουκάμισα.

29) Αγαπημένος καλλιτέχνης: Είναι πολλοί (ευτυχώς).

30) Αγαπημένο χρώμα: Blueblack και χακί.

31) Αγαπημένο φαγητό: Αρνάκι φρικασέ.

32) Με ποιον χαρακτήρα από cartoon (Disney, WB, comics) ταυτίζεσαι;: Με κανέναν.

33) Κακή συνήθεια: Καπνίζω.

34) Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που σου αρέσει: Ενθουσιάζομαι εύκολα.

35) Χαρασκτηριστικό της προσωπικότητάς σου που δεν σου αρέσει: Ενθουσιάζομαι εύκολα.

36) Συνηθισμένη ατάκα: Μπράβο ρε γαμώτο, πάμε πάλι.

37) Δουλειά που θα ήθελες να κάνεις: Σκηνοθέτης θεάτρου, σκηνοθέτης κινηματογράφου, ζωγράφος, αρχαιολόγος, ρεπόρτερ/φωτογράφος του National Geografic, βιολιστής, σαξοφωνίστας, φλαουτίστας.

38) Μεγαλύτερος φόβος: Η απώλεια αγαπημένων προσώπων.

39) Η καλύτερη πίτσα: Σιγά μην έχω και αγαπημένη πίτσα.

40) Πιστεύεις ότι τα κατοικίδια ζώα είναι...: Άτυχα να ζούνε με ανθρώπους.

Επειδή αυτό το παιχνίδι έχει κάτι από το πνεύμα της παιδικής μας ηλικίας σας χαρίζω μια φωτογραφία που τράβηξα ένα μεσημέρι (όχι στης ακρόπολης τα μέρη) σε μια αυλή της Θεσσαλονίκης το 2004 και έχει κάτι (νομίζω) από την παιδικότητα που χάνουμε.

Σάββατο 5 Απριλίου 2008

Χαμόγελο

- - Μια φορά κι έναν καιρό σε μια μακρινή πολιτεία ζούσε μία όμορφη κοπέλα που την έλεγαν Ηλιάνθη. Την ονόμασαν έτσι επειδή το πρόσωπό της ήταν φωτεινό σαν τον ήλιο και όταν χαμογελούσε όλος ο κόσμος έμοιαζε ν' ανθίζει και να γεμίζει ευωδιές παντού γύρω της. Άλλοι τη φώναζαν "Ηλιάνθη" κι άλλοι χαιδευτικά " Ήλιε μου". Η Ηλιάνθη ήταν πολύ όμορφη, με μακριά μαύρα μαλλιά και κάτασπρο δέρμα, μα αυτό που την έκανε να φαίνεται η ομορφότερη του κόσμου ήταν η καλοσύνη της και το χαμόγελό της. Ποτέ κανείς δεν την είχε δει κατσουφιασμένη, ποτέ κανείς δεν έτυχε να τη συναντήσει στο δρόμο και να μην του πει καλημέρα μ' ένα πλατύ γλυκό χαμόγελο. Ξέρω κάποιους που επεδίωκαν να βρεθούν στο δρόμο της για να γεμίσει η ψυχή τους με τη γλύκα αυτή που είχε το χαμόγελό της. Μάλιστα πολλοί ισχυρίζονταν ότι ακόμα και μέρες που είχε συννεφιά και ο ουρανός ήταν βαρύς, μόλις εμφανίζοταν η Ηλιάνθη τα σύννεφα έφευγαν μακριά κι ο ουρανός γινόταν λαμπερός και χαρούμενος. Όλος ο κόσμος αναρωτιόταν πού οφειλόταν τόση γλύκα στο χαμόγελό της. Δοκίμαζαν να φάνε γλυκά και να χαμογελάσουν μα το θέαμα ήταν πολύ αστείο γιατί κολλούσαν στα δόντια τους διάφορα κομματάκια και περισσότερο γελούσαν οι άλλοι που τους έβλεπαν παρά οι ίδιοι. Άλλοι πάλι έτρωγαν ζάχαρη, αλλά σε λίγο καιρό καθόλου δεν χαμογελούσαν γιατί είχαν χάσει όλα τους τα δόντια και τέλος κάποιοι που το είχαν ρίξει στο μέλι κι ενώ χαμογελούσαν φαρδιά πλατιά ξαφνικά εμφανίστηκε ένα σμήνος μελισσών που τρύπωσε στο στόμα τους κι έτσι αναγκάστηκαν να τρέξουν να βουτήξουν στο μεγάλο συντριβάνι της πλατείας για να γλιτώσουν κάνοντας να ξεκαρδιστούν στα γέλια όλα τα μικρά παιδιά που έπαιζαν τριγύρω εκείνη την ώρα. -

-

Το μυστικό της Ηλιάνθης ήταν οι σκέψεις της. Επειδή ήταν πολύ καλή είχε πάντα μια καλή σκέψη για όλους και για τον καθένα χώρια. Ακόμα κι όταν ήταν μόνη της έκανε μόνο ωραίες σκέψεις, οι σκέψεις έφερναν στο στόμα της τις λέξεις, οι λέξεις τις προτάσεις κι οι προτάσεις το τραγούδι. Όταν το τραγούδι έφθανε στα χείλη της τότε αυτά άνοιγαν και σχημάτιζαν το πιο γλυκό χαμόγελο του κόσμου, ενώ το πρόσωπό της έλαμπε σαν τον ήλιο.

-

- Και όλα ήταν καλά για την πανέμορφη την Ηλιάνθη, εκτός από ένα. Υπήρχε ένα παράπονο που έκρυβε βαθιά μες στην ψυχή της και δεν την άφηνε να χαρεί ολότελα τις όμορφες σκέψεις της. Αυτό που τη βασάνιζε ήταν ότι δεν μπορούσε να γράψει. Αν ήξερε γράμματα; Και βέβαια ήξερε και μάλιστα πολύ καλά. Της άρεσε το διάβασμα γιατί εκεί έβρισκε κι άλλες όμορφες σκέψεις, της άρεζε να κάνει όνειρα και να τα ντύνει με τα πιο ωραία χρώματα, ακόμη της άρεζε να φτιάχνει φανταστικούς διαλόγους με φανταστικούς ήρωες, οι οποίοι ήταν έτοιμοι ΄ν' αλλάξουν τον κόσμο, αλλά μόλις έπιανε το μολύβι στο χέρι της, τότε όλα χάνονταν. Οι όμορφες σκέψεις της αρνούνταν να ξαπλώσουν στο χαρτί, οι λέξεις έμοιαζαν με χάρτινα καραβάκια που βράχηκαν και χάλασε το σχήμα τους. Όσες φορές προσπάθησε να γράψει το αποτέλεσμα της φαίνοταν τόσο άχαρο που λίγο έλειπε να βάζει τα κλάματα, μα την τελευταία στιγμή μια όμορφη σκέψη και νάτο πάλι το χαμόγελο του Ήλιου ν' ανθίζει στα χείλη της. Ήταν ένα πρόβλημα, που προσπαθούσε να μην το σκέφτεται για να μην της χαλάει τη διάθεση, βαθιά μέσα της, όμως, την πονούσε κι ένα μικρό, να, τόσο δα μικρό ψιχαλάκι ζήλειας πάντα υπήρχε γι' αυτούς που μπορούσαν να γράφουν ωραία και οι άλλοι να τους διαβάζουν και να μαγεύονται. Ώσπου...

-

-

Πάντα υπάρχει ένα "ώσπου" σε όλα τα καλά παραμύθια, έτσι και δω συνέβαιναν όλα αυτά ώσπου έγινε κάτι και άλλαξε τη ζωή της. Ένα βράδυ αφού φόρεσε τις χρωματιστές πυτζάμες που της άρεζε να φοράει, διάβασε το βιβλίο που της άρεζε να διαβάζει και χωρίς προσπάθεια έκανε τις όμορφες σκέψεις που της άρεζε να κάνει πριν κοιμηθεί, ήρθε ο ύπνος και γλυκά την πήρε και την πήγε στο μέρος που δεν έχει άλλο χώρο παρά μόνο για όνειρα. Ονειρεύτηκε ότι ήταν η ίδια μία σκέψη, μια όμορφη σκέψη που αφηνόταν στ' αεράκι και πήγαινε πότε εδώ και πότε εκεί. Πότε ξάπλωνε σε καταπράσινα λιβάδια ανάμεσα στα λουλούδια με τα ζουζούνια να της γαργαλούν τις πατούσες, πότε την έπαιρνε τ' αεράκι και την πήγαινε στα κύματα που την περίμεναν οι γλάροι για να κάνουν το παιχνίδι τους, πότε πήγαινε στα σπίτια των ανθρώπων που είχαν προβλήματα και τους έκανε με το τίποτα να χαμογελούν και πότε πήγαινε στα μέρη που συχνάζουν οι νέοι και τότε εκείνοι σηκώνονταν να την υποδεχτούν, χόρευαν μαζί της, την έκαναν τραγούδι κι ετοιμάζονταν να κατακτήσουν τον κόσμο. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ένας ξένος. Από πού; Μα από το πουθενά, όπως όλοι οι ξένοι και της είπε: "Ήλιε μου για φαντάσου να σου απαγορέψει κάποιος να πετάξεις ως τη θάλασσα, να σου απαγορέψει επίσης να ξαπλώσεις στο χορτάρι, θα μπορούσες μετά να χορέψεις με τους νέους;" Ξαφνιάστηκε η Ηλιάνθη και σκέφτηκε πως δε θα μπορούσε να ζήσει έτσι. Ο ξένος συνέχισε: "Φαντάσου γλυκέ μου Ήλιε να ήταν κι άλλη σκέψη μαζί σου και κάθε φορά να σε τραβά να φύγετε για κάπου αλλού, αφήνοντας αυτό που δε χόρτασες, αφήνοντας αυτό που δεν έζησες, θα μπορούσες να χαρείς έτσι;"

-

-

Η Ηλιάνθη τρόμαξε με τις εικόνες αυτές, κούνησε τα χέρια να τις διώξει, ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο κι αμέσως άνοιξε τα μάτια. Στο δωμάτιό της όλα ήταν σκοτεινά, η σκέψη, όμως, της αυγής που σε λίγο θα ξεπρόβαλε την έκανε να χαμογελάσει. Άπλωσε το χέρι της κι έπιασε ένα τετράδιο κι ένα μολυβάκι. Δειλά δειλά έγραψε:

Σε λίγο βγαίνει η αυγή...

Σταμάτησε, δεν είχε άλλο να γράψει, άφησε το μολύβι και τότε... τη σκέψη στο χαρτί τη σήκωσε τ' αεράκι και την πήγε αλλού, αυτή απλά έγραψε

ακούω τα πουλιά στα δέντρα...

έκλεισε τα μάτια και δεν έδιωξε τη σκέψη που μόλις πήρε ετούτη τη μορφή:

ο κόσμος ξυπνάει...

της άρεζε πάντα να βλέπει τον κόσμο να ξυπνάει και ν' αλλάζει και τότε...

και είναι μαγικό να ζεις αυτή την αλλαγή.

-

-

Έβγαλε τις πολύχρωμες πυτζάμες, κίνησε να πάει να πλύνει το πρόσωπό της, μα άλλαξε γνώμη, γύρισε πίσω, ανέβηκε όρθια επάνω στο κρεβάτι και γυμνή όπως ήταν διάβασε:

-

Σε λίγο βγαίνει η αυγή

ακούω τα πουλιά στα δέντρα

ο κόσμος ξυπνάει

και είναι μαγικό να ζεις αυτή την αλλαγή.

-

Χαμογέλασε με τόσο γλυκό χαμόγελο που έκανε τον κόσμο να ξυπνήσει νωρίτερα εκείνο το ξημέρωμα και πολλοί προλάβαν κιόλας να δουν την αλλαγή και ήταν μαγικό αυτό.

-

-

(φωτογραφίες: γ.χρηστινίδης Σύρος/Σάμος)

-

Τρίτη 1 Απριλίου 2008

Δυστυχώς δεν είναι ψέμα...

Ανταποκρινόμενος στο κάλεσμα της amelie να κάνουμε την πρωταπριλιά αναρτήσεις για το περιβάλλον, δίνω μερικά στοιχεία που μας αφορούν και δυστυχώς δεν είναι ψέμα .............................. (κάποια στιγμή τα ψάρεψα από την "Ελευθεροτυπία") .............................. 1000 χρόνια, το λιγότερο, εκτιμάται ότι χρειάζεται μια πλαστική σακούλα για να αποσυντεθεί ______________________ 1460 πλαστικές σακούλες χρησιμοποιούνται κάθε χρόνο στην Αμερική από μια οικογένεια 4 ανθρώπων_____________________ 12.000.000 βαρέλια πετρελαίου απαιτούνται για να κατασκευαστούν οι πλαστικές σακούλες που χρησιμοποιούν κάθε χρόνο οι Αμερικανοί_____________________________________ 500.000.000.000 (δις είναι) πλαστικές σακούλες υπολογίζεται ότι πωλούνται (στους εμπόρους λιανικής πώλησης) κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο______________________________ 0,15 ευρώ φόρο επέβαλε η κυβέρνηση της Ιρλανδίας σε κάθε πλαστική σακούλα που πωλείται___________________________
-

-

-

(φωτο γ.χρηστινίδης, Ασπροβάλτα/Θεσσαλονίκη)