από Δευτέρα 21/4 μέχρι και Τετάρτη 30/4 θα βρίσκομαι στην πατρίδα-ερωμένη Κρήτη και συγκεκριμένα στις Μοίρες της Μεσαράς.

(φωτογραφίες γ.χρηστινίδης)
penciland - η μολυβοχώρα, γη ελεύθερης έκφρασης ιδεών, ξύστε τα μολύβια σας
από Δευτέρα 21/4 μέχρι και Τετάρτη 30/4 θα βρίσκομαι στην πατρίδα-ερωμένη Κρήτη και συγκεκριμένα στις Μοίρες της Μεσαράς.
(φωτογραφίες γ.χρηστινίδης)
Μετά από πρόσκληση της roadartist που εγώ αποκαλώ sweetartist γιατί, χωρίς να την έχω δει ποτέ, είμαι σίγουρος πως είναι πολύ γλυκιά, παίζω αυτό το παιχνίδι με τις 40 ερωτήσεις (με σκοπό προφανώς to know us better).
Μετά παραδίδω τη σκυτάλη (εάν θέλουν την παίρνουν, εάν δε θέλουν δεν την παίρνουν) στα φιλαράκια μου microsoult και spyros vlahos .
1) Όνομα: Γιώργος Χρηστινίδης.
2) Γενέθλια: 15 Απριλίου.
3) Ζώδιο: Κριός.
4) Χρώμα μαλλιών: Καστανά.
5) Χρώμα ματιών: Μελιά και σε κόντρα φως λαδιά.
6) Έχεις ερωτευτεί ποτέ;: Ναι.
7) Είδος μουσικής που ακούς: Ελληνικό έντεχνο, ροκ μπαλάντες, κλασσική και πολλά άλλα.
8) Χαρακτήρας Disney/Warner Bross: Δεν μπορώ να σκεφτώ κάτι.
9) Ποιος φίλος σου/φίλη σου μένει πιο μακριά;: ο Γιάννης στην Κρήτη.
10) Πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι μόλις ξυπνήσεις: Καφέ και τσιγάρο.
11) Κάτι που έχεις πάντα μαζί σου και δεν το αποχωρίζεσαι: Δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα.
12) Τι έχεις στον τοίχο σου: Φωτογραφίες, πίνακες, ακουαρέλες, βενετσιάνικες μάσκες.
13) Τι έχεις κάτω απ' το κρεβάτι σου;: Μήπως ξέρω και γω. Χώνω διάφορα από κάτω. (Όταν ήμουν μικρός φοβόμουν να κοιτάξω κάτω από το κρεβάτι. Τώρα επίσης δεν κοιτάζω για άλλους λόγους.)
14) Αν ήσουν μόνος/η στο σπίτι και άκουγες ένα βάζο να σπάει τι θα έκανες;: Θα πήγαινα να δω γιατί έσπασε.
15) Αγαπημένος αριθμός: Δεν έχω, αλλά ας πω το 8.
16) Αγαπημένο όνομα: Αυτό που ακούνε αγαπημένα πρόσωπα.
17) Τα χόμπι σου: Θέατρο, κινηματογράφος, ζωγραφική (εικαστικά γενικώς), συγγραφή, να ενθουσιάζω μερικούς, να τη σπάω σε άλλους.
18) Που θα ήθελες να ήσουν τώρα;: Ντρέπομαι να σας πω.
19) Μια ευχή για το μέλλον: Υγεία και περισσότερο χιούμορ.
20) Αν μπορούσες να ταξιδέψεις στο χρόνο και να γυρίσεις πίσω, σε ποια εποχή θα πήγαινες;: Στην Αθήνα του Περικλή.
21) Φωτιά! Πάρε κάτι μαζί σου: Λεφτά, κινητό, κλειδιά.
22) Αγαπημένο λουλούδι: Τριαντάφυλλα (ανεξαρτήτως χρώματος).
23) Αγαπημένη σειρά: Παλιά υπήρχε το "Παρασκήνιο" ή το "Μονόγραμμα".
24) Αγαπημένη ταινία: "Σινεμά Ο Παράδεισος"
25) Αγαπημένο τραγούδι: Είναι πολλά ας πω την "Μπαλάντα του Ούρι" και τον "Κεμάλ".
26) Αγαπημένο βιβλίο: Ε όχι δε θα πω ένα, γιατί είναι πολλά.
27) Αγαπημένο ζώο: Άλογο, σκύλος.
28) Αγαπημένο ρουχο: Άσπρα πουκάμισα.
29) Αγαπημένος καλλιτέχνης: Είναι πολλοί (ευτυχώς).
30) Αγαπημένο χρώμα: Blueblack και χακί.
31) Αγαπημένο φαγητό: Αρνάκι φρικασέ.
32) Με ποιον χαρακτήρα από cartoon (Disney, WB, comics) ταυτίζεσαι;: Με κανέναν.
33) Κακή συνήθεια: Καπνίζω.
34) Χαρακτηριστικό της προσωπικότητάς σου που σου αρέσει: Ενθουσιάζομαι εύκολα.
35) Χαρασκτηριστικό της προσωπικότητάς σου που δεν σου αρέσει: Ενθουσιάζομαι εύκολα.
36) Συνηθισμένη ατάκα: Μπράβο ρε γαμώτο, πάμε πάλι.
37) Δουλειά που θα ήθελες να κάνεις: Σκηνοθέτης θεάτρου, σκηνοθέτης κινηματογράφου, ζωγράφος, αρχαιολόγος, ρεπόρτερ/φωτογράφος του National Geografic, βιολιστής, σαξοφωνίστας, φλαουτίστας.
38) Μεγαλύτερος φόβος: Η απώλεια αγαπημένων προσώπων.
39) Η καλύτερη πίτσα: Σιγά μην έχω και αγαπημένη πίτσα.
40) Πιστεύεις ότι τα κατοικίδια ζώα είναι...: Άτυχα να ζούνε με ανθρώπους.
Επειδή αυτό το παιχνίδι έχει κάτι από το πνεύμα της παιδικής μας ηλικίας σας χαρίζω μια φωτογραφία που τράβηξα ένα μεσημέρι (όχι στης ακρόπολης τα μέρη) σε μια αυλή της Θεσσαλονίκης το 2004 και έχει κάτι (νομίζω) από την παιδικότητα που χάνουμε.
-
Το μυστικό της Ηλιάνθης ήταν οι σκέψεις της. Επειδή ήταν πολύ καλή είχε πάντα μια καλή σκέψη για όλους και για τον καθένα χώρια. Ακόμα κι όταν ήταν μόνη της έκανε μόνο ωραίες σκέψεις, οι σκέψεις έφερναν στο στόμα της τις λέξεις, οι λέξεις τις προτάσεις κι οι προτάσεις το τραγούδι. Όταν το τραγούδι έφθανε στα χείλη της τότε αυτά άνοιγαν και σχημάτιζαν το πιο γλυκό χαμόγελο του κόσμου, ενώ το πρόσωπό της έλαμπε σαν τον ήλιο.
-
- Και όλα ήταν καλά για την πανέμορφη την Ηλιάνθη, εκτός από ένα. Υπήρχε ένα παράπονο που έκρυβε βαθιά μες στην ψυχή της και δεν την άφηνε να χαρεί ολότελα τις όμορφες σκέψεις της. Αυτό που τη βασάνιζε ήταν ότι δεν μπορούσε να γράψει. Αν ήξερε γράμματα; Και βέβαια ήξερε και μάλιστα πολύ καλά. Της άρεσε το διάβασμα γιατί εκεί έβρισκε κι άλλες όμορφες σκέψεις, της άρεζε να κάνει όνειρα και να τα ντύνει με τα πιο ωραία χρώματα, ακόμη της άρεζε να φτιάχνει φανταστικούς διαλόγους με φανταστικούς ήρωες, οι οποίοι ήταν έτοιμοι ΄ν' αλλάξουν τον κόσμο, αλλά μόλις έπιανε το μολύβι στο χέρι της, τότε όλα χάνονταν. Οι όμορφες σκέψεις της αρνούνταν να ξαπλώσουν στο χαρτί, οι λέξεις έμοιαζαν με χάρτινα καραβάκια που βράχηκαν και χάλασε το σχήμα τους. Όσες φορές προσπάθησε να γράψει το αποτέλεσμα της φαίνοταν τόσο άχαρο που λίγο έλειπε να βάζει τα κλάματα, μα την τελευταία στιγμή μια όμορφη σκέψη και νάτο πάλι το χαμόγελο του Ήλιου ν' ανθίζει στα χείλη της. Ήταν ένα πρόβλημα, που προσπαθούσε να μην το σκέφτεται για να μην της χαλάει τη διάθεση, βαθιά μέσα της, όμως, την πονούσε κι ένα μικρό, να, τόσο δα μικρό ψιχαλάκι ζήλειας πάντα υπήρχε γι' αυτούς που μπορούσαν να γράφουν ωραία και οι άλλοι να τους διαβάζουν και να μαγεύονται. Ώσπου...
-
-
Πάντα υπάρχει ένα "ώσπου" σε όλα τα καλά παραμύθια, έτσι και δω συνέβαιναν όλα αυτά ώσπου έγινε κάτι και άλλαξε τη ζωή της. Ένα βράδυ αφού φόρεσε τις χρωματιστές πυτζάμες που της άρεζε να φοράει, διάβασε το βιβλίο που της άρεζε να διαβάζει και χωρίς προσπάθεια έκανε τις όμορφες σκέψεις που της άρεζε να κάνει πριν κοιμηθεί, ήρθε ο ύπνος και γλυκά την πήρε και την πήγε στο μέρος που δεν έχει άλλο χώρο παρά μόνο για όνειρα. Ονειρεύτηκε ότι ήταν η ίδια μία σκέψη, μια όμορφη σκέψη που αφηνόταν στ' αεράκι και πήγαινε πότε εδώ και πότε εκεί. Πότε ξάπλωνε σε καταπράσινα λιβάδια ανάμεσα στα λουλούδια με τα ζουζούνια να της γαργαλούν τις πατούσες, πότε την έπαιρνε τ' αεράκι και την πήγαινε στα κύματα που την περίμεναν οι γλάροι για να κάνουν το παιχνίδι τους, πότε πήγαινε στα σπίτια των ανθρώπων που είχαν προβλήματα και τους έκανε με το τίποτα να χαμογελούν και πότε πήγαινε στα μέρη που συχνάζουν οι νέοι και τότε εκείνοι σηκώνονταν να την υποδεχτούν, χόρευαν μαζί της, την έκαναν τραγούδι κι ετοιμάζονταν να κατακτήσουν τον κόσμο. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ένας ξένος. Από πού; Μα από το πουθενά, όπως όλοι οι ξένοι και της είπε: "Ήλιε μου για φαντάσου να σου απαγορέψει κάποιος να πετάξεις ως τη θάλασσα, να σου απαγορέψει επίσης να ξαπλώσεις στο χορτάρι, θα μπορούσες μετά να χορέψεις με τους νέους;" Ξαφνιάστηκε η Ηλιάνθη και σκέφτηκε πως δε θα μπορούσε να ζήσει έτσι. Ο ξένος συνέχισε: "Φαντάσου γλυκέ μου Ήλιε να ήταν κι άλλη σκέψη μαζί σου και κάθε φορά να σε τραβά να φύγετε για κάπου αλλού, αφήνοντας αυτό που δε χόρτασες, αφήνοντας αυτό που δεν έζησες, θα μπορούσες να χαρείς έτσι;"
-
-
Η Ηλιάνθη τρόμαξε με τις εικόνες αυτές, κούνησε τα χέρια να τις διώξει, ένα δάκρυ κύλησε στο μάγουλο κι αμέσως άνοιξε τα μάτια. Στο δωμάτιό της όλα ήταν σκοτεινά, η σκέψη, όμως, της αυγής που σε λίγο θα ξεπρόβαλε την έκανε να χαμογελάσει. Άπλωσε το χέρι της κι έπιασε ένα τετράδιο κι ένα μολυβάκι. Δειλά δειλά έγραψε:
Σε λίγο βγαίνει η αυγή...
Σταμάτησε, δεν είχε άλλο να γράψει, άφησε το μολύβι και τότε... τη σκέψη στο χαρτί τη σήκωσε τ' αεράκι και την πήγε αλλού, αυτή απλά έγραψε
ακούω τα πουλιά στα δέντρα...
έκλεισε τα μάτια και δεν έδιωξε τη σκέψη που μόλις πήρε ετούτη τη μορφή:
ο κόσμος ξυπνάει...
της άρεζε πάντα να βλέπει τον κόσμο να ξυπνάει και ν' αλλάζει και τότε...
και είναι μαγικό να ζεις αυτή την αλλαγή.
-
-
Έβγαλε τις πολύχρωμες πυτζάμες, κίνησε να πάει να πλύνει το πρόσωπό της, μα άλλαξε γνώμη, γύρισε πίσω, ανέβηκε όρθια επάνω στο κρεβάτι και γυμνή όπως ήταν διάβασε:
-
Σε λίγο βγαίνει η αυγή
ακούω τα πουλιά στα δέντρα
ο κόσμος ξυπνάει
και είναι μαγικό να ζεις αυτή την αλλαγή.
-
Χαμογέλασε με τόσο γλυκό χαμόγελο που έκανε τον κόσμο να ξυπνήσει νωρίτερα εκείνο το ξημέρωμα και πολλοί προλάβαν κιόλας να δουν την αλλαγή και ήταν μαγικό αυτό.
-
-
(φωτογραφίες: γ.χρηστινίδης Σύρος/Σάμος)
-
-
-
(φωτο γ.χρηστινίδης, Ασπροβάλτα/Θεσσαλονίκη)